Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020

Τρένο


Γελάω με όσους ζαλίζονται στα τρένα.
Εγώ ξαπλώνω στο βρώμικο πάτωμα και αφήνω την ταχύτητα του να με νανουρίσει.
Δεν βγαίνω ποτέ. 
Είναι ρίσκο να μένεις στο τρένο,
πολύ πιθανόν
να σε ποδοπατήσουν 
ευυπόληπτοι πολίτες
που βιάζονται να φτάσουν απ'τον Πειραιά στην Κηφισιά, για κάποιο λόγο που δεν κατάλαβα ποτέ.

Εγώ περνάω καλά στο πάτωμα του τρένου πάντως.
Και τα ψίχουλα από τα κουλούρια και τις τυρόπιτες έχω
και σταγόνες βροχής 
και μερικές φορές στέκομαι τυχερός
-ή άτυχος-
και περνάει κάποιο κορίτσι απ'το βαγόνι μου
και τυγχάνει να του αρέσω
και ρίχνουμε κανένα γαμησάκι.
Μου μιλάει υπέροχα,
είμαι ο καλύτερος
κανείς άλλος δεν ξαπλώνει στο πάτωμα όπως εγώ
κανείς άλλος δεν παραμιλά καλύτερα στον ύπνο του
κανείς άλλος δεν αυτοτραυματίζεται πιο θεαματικά
και γενικά,
γαμάω
μέχρι
να φτάσει
στην στάση της
και πατήσει πάνω στην πλάτη μου για να προλάβει τις φίλες της
οι οποίες
όλως τυχαίως
φοράνε το ίδιο νούμερο παπούτσι
με αυτό που πάταγε την πλάτη μου.

Δεν γαμιέται.
Δεν γαμιέμαι, εδώ και μήνες
Έχω βαρεθεί να βλέπω χαμηλά
Έχω βαρεθεί να βλέπω άσχημες, αταίριαστες κάλτσες
Έχω βαρεθεί να βλέπω τσίχλες
ΕΧΩ ΒΑΡΕΘΕΙ ΝΑ ΜΥΡΙΖΩ ΚΑΤΟΥΡΟ
ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΡΑΤΗΘΩ ΑΠΤΙΣ ΧΕΙΡΟΛΑΒΕΣ
Αρπάζω τον πρώτο ευυπόληπτο πολίτη που  βρίσκω απ΄το μπατζάκι του παντελονιού του
αλλά κατά λάθος τον ξεβρακώνω
και ένα βαγόνι γεμάτο ευυπόληπτους πολίτες -πλην τον ξεβράκωτο-
αρχίζει να με κλωτσάει
αποκαλώντας με ανώμαλο
αδερφή
κλέφτη παντελονιών
πρεζάκια
επίδοξο ληστή ενεχυροδανειστηρίου
απειλή για την κανονικότητα και τα μεσιτικά γραφεία.
Όσο μου ράγιζαν τα πλευρά,
άκουσα κάτι φωνές σε διαφορετική συχνότητα
"ΑΦΗΣΤΕ ΤΟΝ ΡΕ ΜΑΛΑΚΕΣ"
"ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΠΑΤΩΜΑ, ΔΕΝ ΤΟ ΒΛΕΠΕΤΕ;"
Ο όχλος όμως, ξαφνιασμένος, απάντησε ομόφωνα
"ΚΑΙ ΠΟΥ ΑΛΛΟΥ ΝΑ ΕΙΝΑΙ;"
και τότε άρχισαν να χτυπάνε και εκείνους.
Τεσσερις γυναίκες και δύο αντρες
τρώνε ξύλο μαζί με εμένα
για εμένα
για έναν άγνωστο;
για έναν άγνωστο απ'το πάτωμα;
Όσο ένας με κλώτσαγε στα αρχίδια,
κοίταξα τα παιδιά και τους χαμογέλασα
και χαμογέλασαν και εκείνα..
Λίγο είχαμε ακόμα.
Σύντομα χτύπησε το βιολογικό τους ρολόι
και σταμάτησαν να μας κοπανάνε
αφού το τρένο έφτασε στον προορισμό τους.
Έφυγαν από το βαγόνι
αγχωμένοι
μην τυχόν και αργήσουν στην δουλειά τους.

Μείναμε μόνο του τρένου οι κολασμένοι.
Ξαπλωμένοι όλοι χάμω,
δεν βγάζαμε κιχ.
Πήρα μια βαθιά ανάσα και είπα πολύ γρηγορα
"ΓΕΙΑ ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΡΗΚΑ",
και ντράπηκα γιατί το είπα τόσο περίεργα που νομίζω πως πίστεψαν ότι απ΄την αμηχανια μου ντράπηκα και τραύλισα και είπα "για-γιάννης χάρηκα" ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων δεν ξέρω.
Δόξα τον οδηγό του Τρένου,
σχεδόν αμέσως άκουσα "Κι εγώ Γιάννης αδερφέ."
μετά άκουσα "Βαγγέλης αγορίνα, χάρηκα κι εγώ"
και σκέφτηκα ότι πάντα ήθελα να με λένε "Βαγγέλη" για κάποιο λόγο, είναι όνομα που σου γεμίζει το στόμα.
"Έλενα, χάρηκα"
"Εγώ Ελένη, χάρηκα κι εγώ"
εύκολο να τα θυμάσαι, τέλεια, το γκρουπ των δαρμένων υπερηρώων μας έχει ωραία ονόματα
"Δανάη. Χάρηκα"
λακωνική, to the point, την πάω ήδη
"Εγώ είμαι η Εμμανουέλα.. Χάρηκα κι εγώ.."
δεν μου πέρασε απολύτως καμία πρόστυχη σκέψη με αυτό το όνομα το ορκίζομαι στον Όδηγό του Τρένου παιδιά μπέσα τώρα

Πήρα άλλη μια βαθιά ανάσα και είπα
"ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΠΑΙΔΙΑ"
Τα παιδια με μουτζωσαν γελωντας
γελασα κι εγω
και μετα βογγιξαμε απ΄τον πονο
και μετα γελασαμε με το βογγητο μου.
Τους είπα
"Τελικά καταλήξαμε όλοι στο πάτωμα"
Και μου απάντησαν όλοι μαζί
"Και που αλλού να είμαστε;"